Στην κοινωνία μας υπήρχε και θα υπάρχει ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που είναι τίμιοι, εργατικοί και έχουν κάποια υψηλά ιδανικά, με αποτέλεσμα να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τους υπόλοιπους συμπολίτες μας.
Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως τέτοιοι άνθρωποι είναι αφελείς και απλοϊκοί, με αποτέλεσμα να γίνονται πολλές φορές οι "χρήσιμοι ηλίθιοι" ενός καταπιεστικού κράτους-καθεστώτος.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει λόγω κρίσης πολλούς τέτοιους τίμιους και εργατικούς χρήσιμους ηλίθιους να "θυσιάζονται" για τους πολιτικάντηδες που μας διοικούν.
Θα τους έχετε δει να εργάζονται με τυφλή υπακοή προς όφελος κάποιου κόμματος προτάσσοντας όχι φανφάρες όπως οι πολιτικάντηδες, αλλά την εργασία τους και τον πολύτιμο χρόνο της ζωής τους. Ίσως και μέρος του πενιχρού τους εισοδήματος.
Τέτοιου είδους άνθρωποι χρησιμοποιούνται ως παράδειγμα απ' τους πολιτικάντηδες για να πείσουν όσους είναι ακόμη καλόπιστα δύσπιστοι για τον "δίκαιο αγώνα" τους.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι πολύ γρήγορα συνήθως τέτοιοι άνθρωποι οδηγούνται στον "εκδοροσφαγέα" όπως ο Μπόξερ της "Φάρμας" του Όργουελ. Κανείς δεν τους θυμάται και κανείς δεν αντιλαμβάνεται το γεγονός ότι θυσιάστηκαν άδικα προς όφελος πολιτικάντηδων της κακιάς ώρας..
Ο Μπόξερ ήταν ένας τεράστιο και πολύ δυνατό άλογο της Φάρμας των Ζώων που είχαν επαναστατήσει εναντίον των ανθρώπων. Πάντοτε έλεγε "Θα δουλέψω περισσότερο" δίνοντας το παράδειγμα και υπάκουε στον ηγέτη του λέγοντας "Ο Ναπολέων έχει πάντα δίκιο". Όταν όμως εξαντλήθηκε απ' την υπερβολική εργασία ο Ναπολέων τον έστειλε στον εκδοροσφαγέα για να αποκομίσει χρήματα!
Τέτοιοι χαρακτήρες στις μέρες μας όχι μόνο κάνουν κακό στον εαυτό τους αλλά και σε ολόκληρη την "φάρμα". Προσοχή λοιπόν γιατί η "επανάσταση" είναι θεμιτή αλλά οι διάφοροι "Ναπολέοντες" όχι!
Διαβάστε το διδακτικότατο απόσπασμα που ακολουθεί:
Κεφάλαιο ένατο
[…] Εν τω μεταξύ, η ζωή ήταν δύσκολη. Ο χειμώνας ήταν το ίδιο βαρύς με τον
προηγούμενο, και το φαγητό είχε λιγοστέψει ακόμα περισσότερο. Για μια άλλη φορά οι
μερίδες περικόπηκαν, εκτός από τις μερίδες των γουρουνιών και των σκύλων. Μια εντελώς αυστηρή ισότητα στο συσσίτιο, εξήγησε ο Σκουήλερ, θα ήταν αντίθετη με τις αρχές του Ζωισμού. Οπωσδήποτε, δε δυσκολεύτηκε να αποδείξει στ’ άλλα ζώα πως, παρά τα φαινόμενα, δεν είχε πραγματικά λιγοστέψει το φαγητό. Προς το παρόν, φυσικά ήταν αναγκαίο να γίνει μια αναπροσαρμογή στο συσσίτιο (ο Σκουήλερ μιλούσε πάντα για «αναπροσαρμογή», ποτέ για «περικοπή»), αλλά συγκρίνοντας το κανείς με τις μέρες του Τζόουνς έβλεπε μια τεράστια βελτίωση. […] τα ζώα πίστευαν κάθε λέξη. Για να πούμε την αλήθεια ο Τζόουνς και κάθε τι που αντιπροσώπευε είχαν σχεδόν σβήσει από τη μνήμη τους. Ήξεραν ότι η ζωή τους τώρα ήταν σκληρή και πανάθλια, ότι πολύ συχνά πεινούσαν και κρύωναν, και ότι δούλευαν όλες τις ώρες που ήταν ξύπνια. Αλλά χωρίς αμφιβολία τα πράγματα ήταν χειρότερα τον παλιό καιρό. Χαίρονταν να πιστεύουν έτσι. Εξ άλλου, εκείνες τις μέρες ήταν σκλάβοι ενώ τώρα ήταν λεύτεροι, κι αυτό τάλαζε όλα, καθώς δεν παρέλειπε να τονίζει ο Σκουήλερ.
Τώρα είχαν περισσότερα στόματα να θρέψουν. Το φθινόπωρο, οι τέσσερις γουρούνες γέννησαν περίπου ταυτόχρονα τριάντα ένα γουρουνάκια. […] Ανακοινώθηκε ότι αργότερα, όταν αγοράσουν κεραμίδια και ξυλεία, θα χτίσουν ένα σχολείο στον κήπο του σπιτιού. Προς το παρόν, τα γουρουνάκια έπαιρναν τη μόρφωσή τους απ’ τον ίδιο τον Ναπολέοντα, στην κουζίνα του σπιτιού. Έκαναν ασκήσεις στον κήπο, και τους απαγόρευαν να παίζουν με τα άλλα μικρά ζώα. […]
Αυτή η χρονιά στάθηκε παραγωγική για το κτήμα, αλλά εξακολουθούσαν να μην υπάρχουν χρήματα. Έπρεπε να αγοράσουν τούβλα, άμμο, και ασβέστη για το χτίσιμο του σχολείου και έπρεπε ν’ αρχίσουν να μαζεύουν χρήματα και για τα μηχανήματα του ανεμόμυλου. […]
Το συσσίτιο, που είχε περικοπή το Δεκέμβριο, περικόπηκε πάλι το Φεβρουάριο, και οι λάμπες στο στάβλο καταργήθηκαν, για να μην καίνε λάδι. Αλλά τα γουρούνια ήταν πολύ άνετα, και μάλιστα είχαν πάρει και βάρος. Ένα απόγευμα προς το τέλος του Φεβρουαρίου, απλώθηκε σ’ όλη την αυλή μια λεπτή, πλούσια, ορεκτική ευωδιά που τα ζώα δεν είχαν ξαναμυρίσει ως τώρα. Ερχόταν από το μικρό ζυθοποιείο που δεν είχε χρησιμοποιηθεί από τον καιρό του Τζόουνς. […] Τα ζώα οσμίζονταν τοα αέρα πειναλέα και αναρωτιόταν αν τους ετοίμαζαν κανένα ζεστό φαγητό για το δείπνο τους. Αλλά κανένα ζεστό φαγητό δεν παρουσιάστηκε, και την επομένη Κυριακή, τους ανακοίνωσαν ότι από τώρα και στο εξής όλο το κριθάρι θα φυλαγόταν για τα γουρούνια […] Γρήγορα βγήκε η διάδοση ότι κάθε γουρούνι θα έπαιρνε με το συσσίτιο του ένα όγδοο του γαλονιού μπύρα τη μέρα, και μισό γαλόνι ο ίδιος ο Ναπολέων. Του την σέρβιραν πάντα σε μια σουπιέρα πολυτελείας.
Όμως σαν αντιστάθμισμα στις δυσκολίες, υπήρχε το γεγονός ότι η ζωή είχε περισσότερη αξιοπρέπεια από πριν. […]
Τον Απρίλιο, το Αγρόκτημα των Ζώων ανακηρύχτηκε Δημοκρατία, και δημιουργήθηκε η ανάγκη να εκλεγεί ένας πρόεδρος. Υπήρχε μόνο ένας υποψήφιος, ο Ναπολέων, ο οποίος και εξελέγη παμψηφεί. Την ίδια μέρα ανακοινώθηκε ότι ανακαλύφθηκαν καινούργια στοιχεία τα οποία αποκάλυπταν περισσότερες λεπτομέρειες για την συνενοχή του Σνόουμπωλ με τον Τζόουνς […]
Στα τέλη του καλοκαιριού, εμφανίστηκε ξανά, ύστερα από τόσο καιρό, ο Μωυσής το κοράκι. […] Ανέβηκε σ’ ένα δέντρο, χτυπούσε τα φτερά του μιλούσε με τις ώρες σ’ όποιον τον άκουγε. «Εκεί ψηλά, σύντροφοι», έλεγε με μεγάλη επισημότητα, δείχνοντας τον ουρανό με το μεγάλο ράμφος του – «εκεί ψηλά, ακριβώς πίσω απ’ αυτό το μαύρο σύννεφο που βλέπετε – εκεί βρίσκεται τα Ζαχαρένιο Βουνό, αυτός ο ευτυχισμένος τόπος, όπου εμείς τα φτωχά ζώα θα βρούμε την αιώνια ανάπαυση!». […]
Πολλά ζώα τον πίστευαν. Η ζωή τους τώρα, συλλογίζονταν, ήταν σκληρή και στερημένη· δεν ήταν σωστό και δίκαιο να υπάρχει καλύτερος κόσμος κάπου αλλού; Ένα πράγμα που ήταν δύσκολο να εξηγήσει κανείς ήταν η στάση των γουρουνιών απέναντι στον Μωησή. Όλα δήλωσαν περιφρονητικά ότι οι ιστορίες για το Ζαχαρένιο Βουνό ήταν παραμύθια · κι όμως παρ’ όλα αυτά του επέτρεπαν να παραμένει στο αγρόκτημα, άνεργος, προσφέροντας του και πέντε ουγγιές μπύρα την ημέρα.
[…] Πραγματικά, όλα τα ζώα δούλεψαν σα σκλάβοι τούτη τη χρονιά. Εκτός από την κανονική δουλειά στο κτήμα, και το ξανακτήσιμο του μύλου από την αρχή, ήταν και το σχολείο για τα γουρουνάκια που άρχισε να χτίζεται το Μάρτιο. […]
Αλλά, ένα καλοκαιριάτικο απόγευμα, ακούστηκε ότι κάτι συνέβη στο Μπόξερ […] Τα μισά ζώα του κτήματος έτρεξαν στο λόφο όπου ήταν ο ανεμόμυλος. Εκεί κείτονταν ο Μπόξερ, […], αδύναμος να σηκώσει το κεφάλι του […] Όλα τα ζώα έτρεξαν γρήγορα στο σπίτι να πουν τα νέα στο Σκουήλερ […] Ύστερα από ένα τέταρτο φάνηκε ο Σκουήλερ, γεμάτος ενδιαφέρον και συμπάθεια. Είπε ότι ο σύντροφος Ναπολέων πληροφορήθηκε το ατύχημα που συνέβη σ’ ένα από τους πιο αφοσιωμένους εργάτες του κτήματος και στεναχωρήθηκε πάρα πολύ. Έκανε ήδη τις προετοιμασίες να στείλει το Μπόξερ για θεραπεία στο νοσοκομείο […] Τα ζώα ανησύχησαν πάνω σ’ αυτό. […], δεν είχε ποτέ φύγει από το κτήμα κανένα άλλο ζώο, και δεν τους άρεσε η ιδέα ότι ο άρρωστος σύντροφός τους θα βρισκόταν στα χέρια ανθρώπων. Οπωσδήποτε, ο Σκουήλερ, τους έπεισε μ’ ευκολία ότι ο κτηνίατρος – χειρούργος θα μπορούσε να θεραπεύσει την περίπτωση του Μπόξερ πολύ καλύτερα απ’ οτιδήποτε του έκαναν στο αγρόκτημα. […]
Τα ζώα ήταν όλα στη δουλειά σκαλίζοντας τα γογγύλια κάτω απ’ την επίβλεψη ενός γουρουνιού, όταν μ’ έκπληξη είδαν το Βενιαμίν να έρχεται καλπάζοντας από τη μεριά των κτηρίων του κτήματος, γκαρίζοντας μ’ όλη του τη δύναμη. […] «Γρήγορα, γρήγορα!» φώναξε. «Ελάτε γρήγορα! Παίρνουν το Μπόξερ!». Χωρίς να περιμένουν να ζητήσουν την άδεια από κανένα, τα ζώα άφησαν τη δουλειά κι έτρεξαν στα κτήρια. Πράγματι, εκεί στην αυλή στεκόταν ένα μεγάλο κλειστό φορτηγό, που το έσερναν δύο άλογα, και είχε κάτι γράμματα γραμμένα στο πλάι. […]
Τα ζώα μαζεύτηκαν γύρω από το φορτηγό. «Αντίο Μπόξερ!» φώναξαν όλα μαζί, «Αντίο! …».
«Ηλίθιοι! Ηλίθιοι!» ούρλιαξε ο Βενιαμίν. […] «Ηλίθιοι! Δεν βλέπετε τι είναι γραμμένο στα πλάγια του φορτηγού;» […] O Βενιαμίν […] μέσα στη νεκρική σιγή διάβασε: «¨Άλφρεντ Σίμονς, Εκδορεύς Αλόγων. Έμπορος Δερμάτων Ζώων¨. Δεν καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό; Πάνε το Μπόξερ για σφάξιμο!»
Μια κραυγή φρίκης βγήκε απ’ το στόμα όλων των ζώων. Εκείνη τη στιγμή ο άνθρωπος μαστίγωσε τα άλογα του και το αμάξι ξεκίνησε με γοργό καλπασμό […]. Όλα τα ζώα ούρλιαζαν: «βγες έξω Μπόξερ! Βγες έξω αμέσως!». Αλλά το αμάξι είχε ήδη απομακρυνθεί […]
Μετά τρεις μέρες τους ανακοινώθηκε ότι πέθανε στο νοσοκομείο παρ’ όλο που έκαναν ότι μπορούσαν γι’ αυτόν. Ο Σκουήλερ ήρθε να φέρει τα νέα. Ήταν, είπε, παρών στις τελευταίες στιγμές του Μπόξερ. […] «Ήμουν δίπλα του την τελευταία του στιγμή, και στο τέλος, πολύ αδύναμος να μιλήσει, ψιθύρισε στ’ αυτί μου το μοναδικό του καημό, που έφευγε χωρίς να έχει τελειώσει ο ανεμόμυλος. «Τραβήξτε μπροστά, σύντροφοι!» ψιθύρισε. «Μπροστά στ’ όνομα της Επανάστασης! Ζήτω το Κτήμα των Ζώων! Ζήτω ο σύντροφος Ναπολέων! Ο Ναπολέων έχει πάντα δίκιο!» Αυτές ήταν οι τελευταίες του λέξεις σύντροφοι».
[…] Μερικά ζώα παρατήρησαν ότι το αμάξι που τον έπαιρνε έγραφε «Εκδορεύς Αλόγων» […] Είναι σχεδόν απίστευτο, είπε ο Σκουήλερ, πως τα ζώα μπορεί να είναι τόσο ηλίθια. Ασφαλώς ήξεραν, ούρλιαξε αγανακτισμένος […], ήξεραν ασφαλώς πως ο λατρευτός τους αρχηγός ο σύντροφος Ναπολέων, δεν θα επέτρεπε ποτέ να γίνει κάτι τέτοιο. Η εξήγηση ήταν πολύ απλή. Πριν, το αμάξι ανήκε στον εκδορέα, ο οποίος το πούλησε στον κτηνίατρο, που δεν είχε προφτάσει να σβήσει το όνομα. Να από πού προερχόταν η παρεξήγηση. Τα ζώα ανακουφίστηκαν εξαιρετικά ακούγοντας τα αυτά. […] Η λύπη που ένιωσαν για το θάνατο του συντρόφου τους μετριάστηκε με τη σκέψη ότι τουλάχιστον πέθανε ευτυχισμένος.
Ο ίδιος ο Ναπολέων εμφανίστηκε στη συγκέντρωση της επόμενης Κυριακής και απήγγειλε ένα επικήδειο λόγο προς τιμήν του Μπόξερ. Δεν στάθηκε δυνατό, είπε, να φέρει τη σωρό του αείμνηστου πολυαγαπημένου συντρόφου τους για να ταφεί στο κτήμα αλλά παρήγγειλε να του κάνουν ένα μεγάλο στεφάνι […] Ακόμη, είπε, τα γουρούνια σχεδιάζουν να κάνουν σε λίγες μέρες μια αναμνηστική γιορτή προς τιμή του Μπόξερ. Ο Ναπολέων τελείωσε το λόγο του θυμίζοντας ξανά τα δύο αγαπημένα αποφθέγματα του Μπόξερ «Θα δουλέψω περισσότερο» και «Ο Ναπολέων έχει πάντα δίκιο» - αποφθέγματα, είπε, που καλά θα έκαναν να τα υιοθετήσουν όλα τα ζώα.
Την ορισμένη μέρα για τη γιορτή, ήρθε ένα αμάξι […] και παρέδωσε στο σπίτι ένα μεγάλο ξύλινο κιβώτιο. Εκείνο το βράδυ ακούστηκε ένας θόρυβος από δυνατά τραγούδια, που τον ακολούθησαν φωνές που έμοιαζαν με βίαιο καυγά, […] Κανείς δεν έδωσε σημεία ζωής στο σπίτι πριν από το μεσημέρι της επομένης, και βγήκε η διάδοση ότι από κάπου βρήκαν λεφτά τα γουρούνια και αγόρασαν για τον εαυτό τους άλλη μια κάσα ουίσκι.
Τζωρτζ Όργουελ, Η φάρμα των ζώων
Αναδημοσίευση από animalfarmgr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου